Μπορεί η αλήθεια να μας θεραπεύσει;

Σε ολόκληρο τον κόσμο υπάρχουν δυο είδη ανθρώπων,
εκείνοι που γνωρίζουν και εκείνοι που δεν γνωρίζουν
Κρισναμούρτι



Η Αλήθεια (ετυμολογικά από το α στερητικό+λήθη) μάς μιλά για πράγματα που δεν έχουν ξεχαστεί, για πράγματα που είναι γνωστά ή φανερά και άρα πραγματικά. Η αναζήτηση της αλήθειας έχει αποτελέσει ένα από τα προσφιλή θέματα έρευνας στον χώρο της φιλοσοφίας. Στο πεδίο έρευνας της μοναδικής ζωής του κάθε ανθρώπου, η αναζήτηση της προσωπικής αλήθειας συνοδεύεται από ανάμεικτα συναισθήματα. Φόβος, άρνηση, ενθουσιασμός, απόρριψη είναι μερικές από τις συναισθηματικές καταστάσεις που γεννούνται εντός μας, στην προσπάθεια μας να βρούμε και να κοιτάξουμε την δική μας μοναδική αλήθεια.
Η ALice Miller στο βιβλίο της “Οι φυλακές της παιδικής μας ηλικίας" υποστηρίζει ότι το να ανακαλύψουμε συναισθηματικά την αλήθεια για την αποκλειστική και μοναδική εμπειρία των παιδικών μας χρόνων είναι ένα ένα σημαντικό όπλο στην πάλη με τις ψυχικές νόσους. Μπορούμε όμως πράγματι να απελευθερωθούμε από τις ψευδαισθήσεις, από τα ψέμματα που συνηθίζουμε να λέμε στους άλλους ή ακόμη και στον ίδιο μας τον εαυτό; Η ζωή του καθενός φαίνεται να είναι γεμάτη από ψευδαισθήσεις, από μικρά ή μεγάλα ψέμματα, ίσως γιατί η αλήθεια συχνά φαντάζει αβάσταχτη. Κι όμως η αλήθεια, λέει η Miller, είναι αναγκαία ενώ η άγνοια της μπορεί να έχει υψηλό κόστος, κόστος που πληρώνεται ακριβά, λαμβάνοντας συχνά τη μορφή σοβαρών ασθενειών. Χρειάζεται προσπάθεια, συνεχίζει η συγγραφέας, για να ανακαλύψουμε την δική μας αλήθεια, μιαν αλήθεια που μπορεί να προκαλέσει πόνο πριν μας προσφέρει μια νέα αίσθηση ελευθερίας. Αν αντίθετα επιλέξουμε τον δρόμο της διανοητικής γνώσης, θα παραμείνουμε στην σφαίρα των ψευδαισθήσεων και της εξαπάτησης του εαυτού μας.
Παρότι δεν μπορούμε να σβήσουμε το παρελθόν και τις ζημιές που έγιναν μέσα μας κατά τη διάρκεια των παιδικών χρόνων, μπορούμε ν' αλλάξουμε και να αναδιοργανώσουμε τον εαυτό μας και έτσι να ξανακερδίσουμε την χαμένη μας ενότητα. Η ενότητα, όπως υποστηρίζει στο βιβλίο της η Miller, αποκτάται μόνο όταν αποφασίσουμε να κοιτάξουμε από πολύ κοντά και να συνειδητοποιήσουμε τη γνώση που έχουμε αποθηκεύσει στο σώμα μας για αυτά που έγιναν στο παρελθόν. Ο δρόμος για την αναζήτηση της αλήθειας δεν είναι εύκολος, σε πολλές περιπτώσεις όμως είναι ο μόνος τρόπος για να απελευθερωθούμε από τα αόρατα δεσμά της παιδικής ηλικίας, όπως αναφέρει η συγγραφέας. Το να γνωρίσουμε το παρελθόν μας και να συνειδητοποιήσουμε τα όσα έχουν συμβεί, μάς επιτρέπει να μετακινηθούμε από την θέση του θύματος στην θέση ενός υπεύθυνου ατόμου που γνωρίζει την δική του ιστορία, μιαν ιστορία που μπορεί να αγκαλιάσει, να συμφιλιωθεί και να ζήσει μαζί της.
Ωστόσο πολλοί από εμάς κάνουμε ακριβώς το αντίθετο, καθώς αρνούμαστε να γνωρίσουμε την προσωπική μας ιστορία και δεν συνειδητοποιούμε πως η ιστορία μας είναι αυτή που καθορίζει το παρόν. Έτσι, ασυνείδητες αναμνήσεις, ανάγκες και συναισθήματα που έχουν απωθηθεί και ξεχαστεί στη λίμνη του ασυνειδήτου, καθορίζουν συχνά τα βήματα που αποφασίζουμε να κάνουμε ή να μην κάνουμε στην ζωή μας. Όσο οι συχνά επώδυνες αναμνήσεις της παιδικής μας ηλικίες παραμένουν αξεδιάλυτες, οι άνθρωποι μεταμορφώνονται σε μαριονέτες που χάνουν τον έλεγχο και την ευθύνη πλεύσης της δικής τους ζωής. Έτσι οι τραυματικές εμπειρίες παραμένουν στο σκοτάδι, όπως στο σκοτάδι παραμένουν και τα κλειδιά για την κατανόηση όλης της μετέπειτα ζωής μας, καταλήγει η Miller.
Θα μπορούσε άραγε, το φως μέσα σε αυτό το σκοτάδι να αποτελέσει μιαν σημαντική πηγή δύναμης; Το να φωτίσουμε τα σκιερά μέρη του εαυτού μας, τις σκιώδεις αναμνήσεις, που τόσο μάταιο ψυχικό πόνο προξενούν, αποτελεί μια γενναία και συχνά δύσκολη απόφαση. Ίσως γιατί οι άνθρωποι προτιμούμε το οικείο έναντι της αλλαγής. Ακόμη σε εκείνες τις στιγμές που το οικείο ντύνεται με επώδυνα συναισθήματα, μπλοκαρίσματα και στασιμότητα, επιλέγουμε το οικείο γιατί μας είναι γνωστό και άρα δεν αποτελεί απειλή για εμάς ενώ η αλλαγή άγνωστη και άρα απειλητική. Στην πραγματικότητα όμως, αυτά που κρατάμε στο σκοτάδι είναι αυτά που αναλαμβάνουν τον έλεγχο της ζωής μας και όσο αρνούμαστε να τα φέρουμε στο φως, αυτά θα μας οδηγούν σε έναν φαύλο κύκλο επανάληψης. Από αυτόν τον σκοτεινό λαβύρινθο μπορούμε να βγούμε μόνο όταν θελήσουμε να ακούσουμε την εσωτερική μας φωνή που σιγοτραγουδά την δική μας αλήθεια, φωτίζοντας στιγμές της προσωπικής μας ιστορίας. Με τις αισθήσεις μας στραμμένες στην δική μας αλήθεια, λοιπόν, μπορούμε να αρχίσουμε σαν τον Οδυσσέα ένα θεραπευτικό ταξίδι προς την απελευθέρωση.


                                                                             Σταυρούλα Δουλάμη, Ψυχολόγος
*Το παρόν άρθρο βασίζεται σε απόσπασμα από το βιβλίο της ALice Miller (2003)"Οι φυλακές της παιδικής μας ηλικίας", Αθήνα: Ροές



τι εστί... εαυτός;

Ο εαυτός συνιστά ένα βασικό σημείο αναφοράς της ανθρώπινης εμπειρίας και έχει αποτελέσει αντικείμενο έρευνας ιδιαίτερου ενδιαφέροντος στους χώρους των ανθρωπιστικών επιστημών. Η έννοια του εαυτού απασχόλησε τους φιλοσόφους ήδη από την αρχαιότητα καθώς για τους αρχαίους Έλληνες φιλοσόφους ο εαυτός νοείται ως ψυχή, νους ή πνεύμα. Η γνώση του εαυτού κατά το δελφικό ρητό “γνώθι σαυτόν” υπήρξε κεντρικό σημείο στη διδασκαλία του Σωκράτη. Σύμφωνα με το φιλόσοφο, η ηθική βελτίωση των ανθρώπων επιτυγχάνεται με την απόφαση να δουλέψουν οι ίδιοι πάνω στον εαυτό τους. Η αναζήτηση και η ανακάλυψη του εαυτού γίνεται μέσα από την ενδοσκόπηση και τη διαλεκτική μέσα από την επικοινωνία με τους άλλους. Η αυτεπίγνωση αποτελεί μέχρι και σήμερα τον πιο ουσιαστικό και ίσως πιο δύσκολο στόχο που καλείται να επιτελέσει το άτομο στη διάρκεια της αναπτυξιακής του πορείας.
Τα τελευταία εκατόν πενήντα χρόνια που σηματοδοτούν τη θεμελίωση της ψυχολογίας ως ανεξάρτητης επιστήμης, η μελέτη της έννοιας του εαυτού μετατοπίστηκε από το χώρο της φιλοσοφίας σε αυτόν της ψυχολογίας. Οι ανθρωποκεντρικές ιδέες των φιλοσόφων “αποτέλεσαν τον πυρήνα πάνω στον οποίο στηρίχτηκαν οι απόψεις των ψυχολόγων και επηρέασαν σημαντικά τις θεωρίες του εαυτού” (Λεονταρή 1998). Η δημιουργία του εγώ, της προσωπικής ταυτότητας, ο σχηματισμός της εικόνας του εαυτού και τα στάδια ανάπτυξής της είναι θέματα που έχουν μελετηθεί αρκετά από τις επιστήμες του ανθρώπου. ΄Ένας σημαντικός αριθμός θεωριών του εαυτού έχει αναπτυχθεί τόσο στα πλαίσια της ψυχαναλυτικής θεωρίας όσο και στους χώρους της ψυχολογίας. Το πλήθος των διαφορετικών θεωριών φαίνεται να αποτυπώνει την πολυμορφία της εικόνας ή έννοιας του εαυτού, έτσι ώστε να “διερωτάται κανείς αν υπάρχει μια ενιαία κατασκευή που να αντιστοιχεί σε αυτό που ονομάζουμε εαυτός” (Κωσταρίδου-Ευκλείδη, 1995). Από την άλλη, η διάσταση των θεωρητικών απόψεων κρίνεται ως έναν βαθμό δικαιολογημένη αλλά και επιθυμητή προκειμένου να μελετηθεί μια τόσο σύνθετη έννοια όπως αυτή του εαυτού.
Η έννοια του εαυτού κατέχει κεντρική θέση στην ανθρώπινη προσωπικότητα και όλοι οι θεωρητικοί αναγνωρίζουν τη σπουδαιότητά της με εξαίρεση τους συμπεριφοριστές οι οποίοι δεν αποδίδουν ιδιαίτερη σημασία στην έννοια αυτή για την ερμηνεία της ανθρώπινης συμπεριφοράς (Μαλικιώση–Λοϊζου, 1996).

 Θεωρίες για την έννοια του εαυτού

Βασικός εισηγητής της θεωρίας του εαυτού, όπως αναφέρει η Λεονταρή (1998), θεωρείται o William James (1890). Σύμφωνα με τον James ο εαυτός περιλαμβάνει τα διάφορα μέρη του, τα συναισθήματα που συνδέονται με τα μέρη του εαυτού και τις πράξεις που πηγάζουν από αυτά. Ο James αντιλαμβάνεται τον εαυτό ως μια πολυδιάστατη, δυναμική μορφή τονίζοντας παράλληλα τη διττή του φύση. Έτσι διακρίνει τον εαυτό ως υποκείμενο (Εγώ – I) που αισθάνεται, παρατηρεί και δρα και ανάγεται από άποψη μελέτης στο χώρο της φιλοσοφίας και τον εαυτό ως αντικείμενο της εμπειρίας (Εμένα –Me) που συμβάλλει στη γνώση της συμπεριφοράς και αποτελεί καθαρά αντικείμενο μελέτης της ψυχολογίας. Ο James διακρίνει τέσσερις πτυχές που είναι ιεραρχικά οργανωμένες. Συγκεκριμένα διακρίνει α) το καθαρό Εγώ, που γίνεται αντιληπτό με έναν αφηρημένο τρόπο, β) τον πνευματικό εαυτό που περιλαμβάνει τις ψυχικές διεργασίες και τα αμετάβλητα χαρακτηριστικά του Εγώ, γ) τον κοινωνικό εαυτό που σχετίζεται άμεσα με την αναγνώριση που παίρνουμε από τους Σημαντικούς Άλλους και δ) τον υλικό εαυτό που περιλαμβάνει το σώμα, το στενό οικογενειακό περιβάλλον, το σπίτι, τα υλικά αγαθά και γενικά όλα όσα το άτομο θα μπορούσε να αποκαλέσει δικά του.
Στη βάση του κοινωνικού εαυτού του James, ο οποίος υποστήριζε πως έχουμε τόσους κοινωνικούς εαυτούς όσα και τα άτομα ή κοινωνικές ομάδες που μας αναγνωρίζουν και έχουν μια εικόνα για μας, διαμορφώθηκε η θεωρία της συμβολικής αλληλεπίδρασης με κυριότερους εκπροσώπους τους Charles Cooley και George Mead (Λεονταρή, 1998). Ο Cooley  θεωρεί τον εαυτό κοινωνικό δημιούργημα και χρησιμοποιεί την έκφραση “καθρεπτιζόμενος εαυτός”, υποστηρίζοντας πως ο εαυτός αποτελεί έναν καθρέπτη που πάνω του αντανακλάται η εκτίμηση των άλλων και πιο συγκεκριμένα των ατόμων που ανήκουν στο άμεσο περιβάλλον του ατόμου, των “σημαντικών άλλων”. Αυτή η εκτίμηση των Σημαντικών Άλλων επηρεάζει σημαντικά και την αυτοεκτίμηση του ατόμου (Μακρή-Μπότσαρη, 2001).
Ο Mead σημειώνει τη σημασία που έχει για τη συνειδητοποίηση του εαυτού η γλώσσα, οι συμβολικοί κώδικες και η ικανότητα του ατόμου να μπαίνει στη θέση του άλλου. Ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο διαδραματίζει η γλώσσα καθώς μέσω αυτής το άτομο μπορεί να πάρει τη θέση του Άλλου ή και τη θέση των Άλλων απέναντι στον εαυτό του. Η ιδέα του γενικευμένου Άλλου που προτείνει ο Mead υπονοεί πως υπάρχουν περισσότεροι του ενός εαυτοί και καθένας από αυτούς έρχεται στο προσκήνιο ανάλογα με τις απαιτήσεις των κοινωνικών περιστάσεων (Λεονταρή, 1998).
Οι Higgins, Bond, Klein & Straumann, αναφέρονται στον πραγματικό, ιδανικό και δεοντικό εαυτό. Ο πραγματικός εαυτός περιλαμβάνει τα στοιχεία που το άτομο αποδίδει στον εαυτό του, ο ιδανικός εαυτός αποτελείται από τις ιδιότητες που επιθυμεί το άτομο να έχει ενώ ο δεοντικός από τις ιδιότητες που οι άλλοι ζητούν από το άτομο να έχει και πρέπει κανείς να διαθέτει. Ο Higgins κάνει διάκριση ανάμεσα στον εαυτό έτσι όπως το βλέπει το άτομο και στον εαυτό έτσι όπως τον βλέπουν οι άλλοι. Ο αυτοπροσδιοριζόμενος και ετεροπροσδιοριζόμενος εαυτός, όπως αντίστοιχα ο ιδανικός με το δεοντικό, δεν ταυτίζονται αναγκαία (Κωσταρίδου- Ευκλείδη, 1995)
Οι Markus και Nurius (1986) κάνουν λόγο για τους πιθανούς εαυτούς. Οι πιθανοί εαυτοί (possible selves) είναι οι αναπαραστάσεις του εαυτού στο μέλλον ενώ ο αριθμός και η ποικιλία των πιθανών εαυτών διαφέρει από άτομο σε άτομο. Οι πιθανοί εαυτοί δεν αντιπροσωπεύουν μόνο τις επιθυμίες ενός ατόμου, όπως την απόκτηση οικογένειας, την ικανοποίηση από την εργασία, την ευτυχία αλλά και τις ανησυχίες του ατόμου όπως το φόβο της μοναξιάς, τις ασθένειες και τη φτώχεια.
Ο Kelly  υποστήριξε πως ο εαυτός είναι μια θεωρητική- προσωπική δομή- που επιτρέπει στο άτομο να διαφοροποιείται από τους άλλους. Ως προσωπική δομή εννοεί τη διάκριση σε διπολική βάση (π.χ. θετικό- αρνητικό) που κάνουν οι άνθρωποι ως προς τα άτομα, τα αντικείμενα και τα γεγονότα του περιβάλλοντός τους. Οι δομές είναι προσωπικές και οργανώνονται ιεραρχικά με ένα σύνθετο τρόπο. Οι δομές που αφορούν στον εαυτό δημιουργούνται στη βάση παρελθοντικών εμπειριών και χρησιμοποιούνται για να γίνονται οι καλύτερες δυνατές προβλέψεις. Σε περίπτωση μη λειτουργικών ή λανθασμένων δομών που αφορούν στον εαυτό το άτομο μπορεί να βιώνει έντονο άγχος ή να παρουσιάζει μια νευρωτική συμπεριφορά. Σύμφωνα με τον Kelly, ο οποίος τόνισε ιδιαίτερα το ρόλο της λογικής έναντι του συναισθήματος, η συμπεριφορά του ανθρώπου είναι αποτέλεσμα του τρόπου με τον οποίον αντιλαμβάνεται τον κόσμο και τους άλλους.


Η έννοια του εαυτού εμπεριέχεται ως τμήμα της γενικότερης θεωρίας της φαινομενολογικής προσέγγισης. Υπό αυτή τη σκοπιά, ο κόσμος συνίσταται περισσότερο σε αυτό που βιώνει το άτομο παρά σε αυτό που σκέφτεται για τα γεγονότα. Η προσωπική διάσταση τονίζεται σε όλο το σύνολο των εμπειριών του ατόμου, καθώς αυτό που έχει σημασία δεν είναι η πραγματικότητα αυτή κάθε αυτή, αλλά το προσωπικό νόημα που δίνει σε αυτήν το άτομο. Η πρόληψη και η ερμηνεία στα περιβαλλοντικά ερεθίσματα και συνεπακόλουθα η αντίδραση σε αυτά, επηρεάζεται από τον τρόπο με τον οποίο το άτομο αντιλαμβάνεται τον εαυτό του. Βασικό κίνητρο στη συμπεριφορά του ατόμου είναι η διαρκής προσπάθεια να διατηρήσει θετική την εικόνα του εαυτού του.

Η επίδραση της έννοιας του εαυτού 
Για την έννοια του εαυτού έχουν προταθεί πολλοί ορισμοί με μεγάλες ή μικρές διαφορές μεταξύ τους. Ωστόσο η έννοια του εαυτού ως “ο τρόπος με τον οποίο το άτομο αντιλαμβάνεται τον εαυτό του” (Μακρή - Μπότσαρη, 2001) αποτελεί έναν κοινό τόπο. Κατά τον Burns, η έννοια του εαυτού είναι ένα σύνολο υποκειμενικά αξιολογούμενων χαρακτηριστικών και συναισθημάτων. Ως όρος η έννοια του εαυτού αναφέρεται σε όλες τις πτυχές της άποψης του ατόμου για τον εαυτό του.
Υιοθετώντας αυτόν το λειτουργικό ορισμό, η έννοια του εαυτού περνά σε μια εμπειρική διάσταση, εφόσον ο εαυτός προσδιορίζεται πλέον με βάση τον τρόπο που μπορεί να μελετηθεί. Ο εαυτός ως μια αφηρημένη έννοια που δεν μπορεί να μετρηθεί αντικαθίσταται από την έννοια της αυτοαντίληψης, έννοια με συγκεκριμένο περιεχόμενο που λειτουργεί κατά βάση σε συνειδητό επίπεδο και κατ’ επέκταση είναι έννοια μετρήσιμη.Οι ιδέες για τον εαυτό φαίνεται να επηρεάζουν τον τρόπο επεξεργασίας των πληροφοριών, τα συναισθήματα και τα κίνητρα του ατόμου (Κωσταρίδου - Ευκλείδη, 1995).

Όπως έχει ήδη αναφερθεί, ο εαυτός μπορεί να ιδωθεί ως υποκείμενο (Εγώ), παραπέμποντας σε διαδικασίες ενεργητικού χαρακτήρα καθώς επίσης και ως αντικείμενο (Εμένα). Στη δεύτερη περίπτωση είναι εμφανής η δυνατότητα του ανθρώπου να παρατηρήσει τον εαυτό του σαν να επρόκειτο για έναν παρατηρητή που καλείται να παρατηρήσει και να αξιολογήσει ένα εξωτερικό αντικείμενο. Ακριβώς αυτή η δυνατότητα του ανθρώπου να διαμορφώσει άποψη για τον εαυτό του είναι η αυτοαντίληψη (
self-perception, self-image). Επομένως, η αυτοαντίληψη ορίζεται ως το σύνολο των γνώσεων, των πεποιθήσεων, των αξιολογικών κρίσεων αλλά και των συναισθημάτων που έχει το άτομο για τον εαυτό του και διαμορφώνεται μέσα από την αλληλεπίδραση και ανατροφοδότηση από τους άλλους (Φλουρής, 2002). Η έννοια της αυτοαντίληψης, η οποία καλύπτει τη γνωστική αντίληψη του εαυτού, εμπεριέχει την έννοια της αυτοεικόνας, δηλαδή της παράστασης του ατόμου για τον εαυτό του βάσει των ερεθισμάτων από το περιβάλλον (Φλουρής, 2002), το αυτοσυναίσθημα, που δίνει έμφαση στα συναισθήματα και τέλος την αυτοεκτίμηση που αναφέρεται στις αξιολογικές κρίσεις του ατόμου και δηλώνει την αντίληψη του ατόμου για την αξία του (Μακρή - Μπότσαρη, 2001). 

Ο James (1890) υποστήριξε ότι η αυτοεκτίμηση (self-esteemglobal self-worth) αποτελεί μία σφαιρική άποψη του ατόμου για τον εαυτό του και επηρεάζεται τόσο από τις επιδιώξεις και τις φιλοδοξίες του όσο και από το βαθμό που θεωρεί ότι έχει επιτύχει ή όχι τους επιδιωκόμενους στόχους. Υποστήριξε πως ως ενήλικες διαμορφώνουμε μια σφαιρική άποψη για την αξία μας ως άτομα, πέρα των αυτοπεριγραφών και αυτοαξιολογήσεων στους διάφορους τομείς της ζωής μας. Αυτή η σφαιρική άποψη είναι η αυτοεκτίμηση. Ο Burns θεωρεί ότι η αυτοαξιολόγηση συντελείται με τη σύγκριση του πραγματικού εαυτού με τον ιδανικό εαυτό, της αποτίμησης του βαθμού επίτευξης των επιδιωκόμενων στόχων και τέλος συντελείται κάτω από την αναπόφευκτη επιρροή που ασκεί το κοινωνικό περιβάλλον. Συναφής και απαραίτητο συμπλήρωμα της έννοιας της αυτοαντίληψης είναι και αυτή της αυτοαποτελεσματικότητας (self-efficacy) που εισήγαγε ο Bandura και αναφέρεται στην πίστη του ατόμου ότι οποιαδήποτε στιγμή στο μέλλον μπορεί να δράσει αποτελεσματικά επιτυγχάνοντας τους επιδιωκόμενους στόχους.

Όπως διαφαίνεται λοιπόν, η αντίληψη για τον εαυτό είναι υποκειμενική και δεν εξασφαλίζεται πάντα η ορθότητα και εγκυρότητά της, ωστόσο ορθή ή όχι επηρεάζει άμεσα και καταλυτικά τη ζωή του ανθρώπου. Ο τρόπος που αντιλαμβάνεται το άτομο τον εαυτό του, θετικά ή αρνητικά, ουσιαστικά διαμορφώνει τις στάσεις και τη συμπεριφορά του, τις προσδοκίες και τις ικανότητές του και κατ’ επέκταση τις εκπαιδευτικές, επαγγελματικές και προσωπικές επιλογές του.
  
Βιβλιογραφικές παραπομπές
  • Κωσταρίδου-Ευκλείδη, Α. (1995). Ψυχολογία Κινήτρων. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα
  • Λεονταρή, Α. (1998). Αυτοαντίληψη (δ΄εκδοση). Αθήνα :Ελληνικά Γράμματα
  • Μαλικιώση-Λοϊζου, Μ.(1996). Συμβουλευτική Ψυχολογία (γ΄ έκδοση). Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα
  •  Μακρή-Μπότσαρη, Ε. (2001). Αυτοαντίληψη και αυτοεκτίμηση. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα
  •  Markus, H. & Nurius, P.(1986). Possible Selves. American Psychologists, 41, 954-969
  • Φλουρής, Γ. (2002). Αυτοαντίληψη, Αυτογνωσία και Επαγγελματικός Προσανατολισμός, στο Μ. Κασσωτάκης (επιμ.), Συμβουλευτική και  Επαγγελματικός προσανατολισμός: Θεωρία και Πράξη, Αθήνα: Τυπωθήτω-Δάρδανος

                                                                                                      © Σταυρούλα Δουλάμη, Ψυχολόγος
 



ευχές και προσδοκίες για το νέο έτος


Εύχομαι σε όλους μας αυτή τη χρονιά να επιδιώξουμε 
 "να γίνουμε η αλλαγή που 
θέλουμε να δούμε στον κόσμο" 
                                                                   Μαχάτμα Γκάντι

Η έναρξη της νέας χρονιάς είθισται να συνοδεύεται από νέους στόχους και προσδοκίες που θέτουμε, παραθέτω λοιπόν μερικές προτάσεις- ευχές από τις οποίες μπορείτε να εμπνευστείτε:
  • να χαμογελάτε με την ψυχή σας
  • να ζείτε στο παρόν όσο πιο συνειδητά μπορείτε
  • να τιμάτε τον εαυτό σας ακούγοντας την εσωτερική του αλήθεια
  • να ακολουθείτε τις πραγματικές σας επιθυμίες και όχι τις ανάγκες 
  • να θυμάστε πως κάθε πρόβλημα έχει παραπάνω από μια λύση
  • να παίζεται που και που σαν να ήσασταν παιδιά 
  • να θυμάστε πως ο φόβος είναι μια συναισθηματική κατάσταση που περιμένει να την αντιμετωπίσουμε, όσο κυριαρχεί επικρατεί η αδράνεια και η συμμόρφωση
  • η δράση είναι προτιμότερη και πιο δυνατή από την αντίδραση, μας εισάγει σε μια υπεύθυνη θέση ενηλίκων
  • να επιδιώκετε την αρμονία ανάμεσα στις σκέψεις, τις πράξεις και συναισθήματά σας, και όταν αυτό δεν συμβαίνει προσπαθήστε να αφουγκραστείτε τι είναι αυτό που προκαλεί την σύγκρουση
  • να τιμάτε το παρελθόν σας και τις εμπειρίες σας που σας δίδαξαν χωρίς προσκόλληση
  • να βρίσκετε κάποιο χρόνο να περνάτε κοντά στην φύση, τιμώντας την για όσα μας προσφέρει
  • να είστε ευγνώμονες για όσα θετικά έχετε καταφέρει μέχρι στιγμής και για όσα σας έχουν προσφερθεί, μικρά και μεγάλα
  • να αγαπάτε αυτό που κάνετε, αλλιώς είναι καλύτερα να προσπαθήσετε να το αλλάξετε
  • να θυμάστε ότι όλοι μας αξίζουμε να ζούμε με βάσει τις πραγματικές επιθυμίες της ψυχής 
  • τα υλικά αγαθά δεν μπορούν από μόνα τους να φέρουν γαλήνη στο νου και την ψυχή 
  • να θυμάστε πως κάποιες φορές οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουμε και μπορεί να εμφανιστούν με τη μορφή ασθενειών, ως εμπόδια στην δουλειά ή/και τις σχέσεις μας, ως ψυχική αναστάτωση κτλ έχουν κάτι να μας διδάξουν. Όσο πιο γρήγορα λάβουμε το μήνυμα που  μας μεταφέρουν τόσο πιο εύκολα θα μπορούμε να απαλλαγούμε από αυτά 
  • η αυστηρότητα με τους εαυτούς μας και τους άλλους επιφέρει τα αντίθετα αποτελέσματα από αυτά που ο νους μας προσδοκά. Η αποδοχή και συμφιλίωση με όσα μας δυσκολεύουν είναι το πρώτο βήμα προς μια πορεία αλλαγής
  • η ειλικρίνεια και ο σεβασμός προς τους εαυτούς μας και τους γύρω μας είναι ένα γερό θεμέλιο για την οικοδόμηση υγιών σχέσεων
  • να εκφράζετε αυτό που νοιώθετε χωρίς να καταπιέζετε τον εαυτό σας και τους γύρω σας
  • ιεραρχείστε τους στόχους σας ανάμεσα σε αυτούς που είναι σημαντικοί και επείγοντες και αυτούς που είναι σημαντικοί αλλά όχι επείγοντες, ώστε να ξέρετε με ποιους να αρχίσετε 
  • όταν προκύψει κάποια δυσκολία ή ανάγκη, που σας ξεπερνά, επιτρέψτε στον εαυτό σας να ζητήσει βοήθεια. Μόνοι μας μπορούμε να καταφέρουμε πολλά αλλά όχι τα πάντα και σε αυτές τις στιγμές η αναζήτηση κατάλληλης βοήθειας είναι ό,τι καλύτερο μπορούμε να προσφέρουμε στους εαυτούς μας.
  • να προσφέρετε με τη σειρά σας την βοήθεια σας εκεί όπου μπορείτε
  • προσπαθήστε όταν λέτε το ναι και το όχι να τα εννοείτε. 
  • να βρίσκετε λίγο χρόνο κάθε μέρα να μένετε μόνοι με τον εαυτό σας  χωρίς να κάνετε κάποια δραστηριότητα, αδειάζοντας το νου σας από τις  πολυάριθμες σκέψεις. Αν μπορείτε υιοθετήστε κάποια άσκηση διαλογισμού ή απλώς αφιερώστε λίγα λεπτά στο να παρατηρήσετε την αναπνοή σας. 
  • χρειάζεται να αποχωρήσετε από δυσλειτουργικές και επίπονες σχέσεις ή καταστάσεις που δεν σας ωφελούν πια
  • τα πάθη και εθισμοί εκφράζουν αδυναμίες που συχνά δεν τις παραδεχόμαστε ούτε στον ίδιο  εαυτό μας, οι ενοχές που ακολουθούν και τα ψέμματα οδηγούν σε ένα φαύλο κύκλο αυτοκαταστροφικής συμπεριφοράς. Θα οδηγηθείτε στην έξοδο από αυτόν τον λαβύρινθο μόνο όταν αποφασίσετε να ζητήσετε βοήθεια από τους κοντινούς σας ανθρώπους και κάποιον ειδικό. 
  • να αναλαμβάνετε την ευθύνη των πράξεων σας και να θυμάστε πως κάθε πράξη επιφέρει συνέπειες 
  • να εναλλάσσετε το όνειρο με την πράξη, ισορροπώντας όσο γίνεται ανάμεσα στα δυο
  • μάθετε να συγχωρείτε τους εαυτούς σας και τους άλλους, συμφιλιωθείτε με ότι έχει ήδη συμβεί, για να μπορέσετε να προχωρήσετε
  • η συμπεριφορά είναι αυτή που διδάσκει και όχι τα λόγια, αν θέλετε να μάθετε στα παιδιά σας κάτι φροντίστε καθώς θα το λέτε να το εφαρμόζετε
  • όταν αφιερώνετε τον χρόνο σας σε κάποιον να είστε παρόντες με το σώμα και το νου σας
  • οι καταστάσεις αλλάζουν όπως αλλάζουμε και εμείς, να οραματίζεστε τις αλλαγές που επιθυμείτε στην ζωή σας, είστε ο μόνος άνθρωπος που μπορεί να ζήσει την δική σας ζωή με τον τρόπο που επιθυμείτε, είστε ο σκηνοθέτης και ο πρωταγωνιστής της ζωής σας
  • να θυμάστε πως γινόμαστε αυτό το οποίο σκεφτόμαστε. Καθώς σημασία δεν έχουν τα πράγματα αυτά καθεαυτά αλλά η γνώμη που έχουμε για αυτά, αρχίστε να παρατηρείτε τις σκέψεις σας και αλλάξτε τις αν δεν συμφωνούν αυτό που επιθυμείτε, μετατρέψτε την αρνητικότητα σε θετικότητα.
  • γεννηθήκαμε για να είμαστε ελεύθεροι, ακόμη και αν οι εξωτερικές συνθήκες μας επικοινωνούν το αντίθετο, ας θυμηθούμε πως σκοπός της ζωής μας, όπως έλεγε ο Αριστοτέλης, είναι η ευτυχία!!!


 Οι παραπάνω δηλώσεις είναι ενδεικτικές, καθώς θα δημιουργείτε την δική σας λίστα με τους προσωπικούς στόχους για το 2012, μπορείτε να συμπεριλάβετε κάποιες από αυτές τις προτάσεις και να προσθέσετε όποια άλλη πρόταση σας εκφράζει. Όσο πιο περιεκτική και στοχευμένη είναι η λίστα σας τόσο πιο εύκολα θα μπορείτε να εστιαστείτε στις αλλαγές που επιθυμείτε να φέρετε στη ζωή σας τη νέα χρονιά. 
Καλό ξεκίνημα!!!!

Ο ρόλος της προσωπικότητας στη εμφάνιση καρκίνου


Η προσπάθεια σύνδεσης της προσωπικότητας με τον καρκίνο έχει τις ρίζες της πολύ παλιά. Ήδη από την αρχαιότητα ο Γαληνός απέδιδε τον καρκίνο σε μια προδιάθεση προς τη μελαγχολία. Οι γυναίκες με μελαγχολικό χαρακτήρα, όπως ανέφερε, είχαν περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξουν καρκίνο των γεννητικών οργάνων σε σχέση με τις γυναίκες που είχαν πιο αισιόδοξη διάθεση. Στη συνέχεια αρκετοί ερευνητές υποστήριξαν την άποψη πως συγκεκριμένοι συναισθηματικοί παράγοντες και ιδίως η κατάθλιψη, επιδρούν στην ανάπτυξη διαφόρων τύπων καρκίνου. Η απώλεια ενός αγαπημένου προσώπου ή μιας σημαντικής συναισθηματικής σχέσης, όπως παρατηρεί η Εvans, ευθύνεται για την ανάπτυξη καρκίνου (Αντωνίου, 2006)
Ο Le Shan υπήρξε ένας από τους πρώτους θεωρητικούς που ασχολήθηκε με την τυπολογία της προσωπικότητας του καρκινοπαθούς. Η επί δύο δεκαετιών εργασία του με καρκινοπαθείς  (εργάστηκε ψυχοθεραπευτικά με δεκάδες καρκινοπαθείς και μελέτησε εκτεταμένα την προσωπικότητα εκατοντάδων άλλων) οδήγησε στη συγκέντρωση υλικού που αφορούσε το ιστορικό, τη δομή της προσωπικότητας και τη συγκινησιακή λειτουργία των ατόμων με κακοήθη όγκο. Τα στοιχεία αυτά, σύμφωνα με τον Le Shan, μπορούσαν να προσφέρουν ένα σύνδεσμο ανάμεσα σε συγκεκριμένα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας και τη ροπή προς τον καρκίνο (Le Shan, 1999).
Ο Le Shan (1977/1999) παρατήρησε συγκεκριμένα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας που αποτελούσαν κοινό τόπο για τους περισσότερους καρκινοπαθείς. Ένας πρώτος κοινός παράγοντας των ατόμων που είχαν προσβληθεί από καρκίνο αναφέρεται σε μια έντονη τάση να μην αγαπούν τον εαυτό τους και σε μια έλλειψη εμπιστοσύνης προς αυτόν. Τα άτομα έτειναν να έχουν μια αρνητική εικόνα του εαυτού τους αν και οι άλλοι άνθρωποι ανταποκρίνονταν σε αυτούς πολύ πιο θετικά από ό,τι οι ίδιοι στον εαυτό τους. Συχνό επίσης χαρακτηριστικό ανάμεσα στους καρκινοπαθείς ήταν οι γιγαντιαίες απαιτήσεις που είχαν από τον εαυτό τους. Δημιουργούσαν μια εικόνα επιθυμητού εαυτού που ήταν σχεδόν αδύνατον να επιτευχθεί. Τα ιδανικά και τα όνειρά τους εκφράζονταν συχνότερα με το «τι δεν θα κάνω» παρά με το «τι θα κάνω».
Το δεύτερο κοινό χαρακτηριστικό σχετίζεται με την αδυναμία έκφρασης αρνητικών συναισθημάτων. Αν και τα άτομα «συχνά εμποδίζονταν να εκφράσουν εχθρότητα για να αμυνθούν, ωστόσο μπορούσαν να αντιδράσουν με δύναμη και επιθετικότητα προκειμένου να υπερασπιστούν τα δικαιώματα των άλλων ή διάφορα ιδανικά». Η δυσκολία έκφρασης εχθρικών ή εν γένει αρνητικών συναισθημάτων φαίνεται να ισχύει κυρίως στην περίπτωση που τα άτομα θέλουν να υπερασπιστούν τις δικές τους ανάγκες, επιθυμίες και συναισθήματα.
Η απόγνωση, συναίσθημα με το οποίο φαίνεται να είχαν περάσει όλη τους τη ζωή, αποτελεί ένα ακόμη κοινό χαρακτηριστικό στη συγκινησιακή ζωή των καρκινοπαθών. Για τους περισσότερους, η απόγνωση φαίνεται να είναι μια «κοσμοθεωρία που συνοδεύεται από ένα αίσθημα έντονης μοναξιάς και μια έλλειψη ελπίδας πως θα καταφέρουν να δώσουν ένα νόημα, ενδιαφέρον ή αξία στη ζωή τους». Αν και η απόγνωση θα μπορούσε να συσχετισθεί με την κατάθλιψη, ωστόσο διαφοροποιείται από αυτήν καθώς το άτομο, ανεξάρτητα από την ένταση της απόγνωσης, συνεχίζει να καταπιάνεται με τις συνηθισμένες δραστηριότητες της καθημερινής ζωής.
Το βασικό σχήμα του ιστορικού της συγκινησιακής ζωής του καρκινοπαθούς φαίνεται να αποτελείται από τρία μέρη. Το πρώτο μέρος περιλαμβάνει μια παιδική ή εφηβική ηλικία, όπου βιώνονται έντονα συναισθήματα μοναξιάς. Στο δεύτερο μέρος κεντρική θέση κατέχει μια περίοδος κατά την οποία το άτομο ανακαλύπτει μια σχέση με βαθύτερο νόημα, γεγονός που του επιτρέπει να βρει ένα ενδιαφέρον στη ζωή του. Το τρίτο μέρος έρχεται στην επιφάνεια μετά την απώλεια αυτής της σημαντικής σχέσης, δημιουργώντας στο άτομο συναισθήματα απόγνωσης. Κάποια στιγμή, μετά την έναρξη αυτής της φάσης, παρουσιάζονται τα πρώτα συμπτώματα του καρκίνου (Le Shan, 1999).
Η δυσκολία έκφρασης εχθρικών συναισθημάτων, το συναίσθημα της απελπισίας και της απόγνωσης, η βίωση υψηλών επιπέδων αρνητικού στρες αποτελούν τα σημαντικότερα γνωρίσματα της προσωπικότητας που σχετίζονται με την εμφάνιση του καρκίνου.
Ο όρος προσωπικότητα τύπου C, που  υποδηλώνει την  προσωπικότητα με προδιάθεση για καρκίνο, χρησιμοποιείται πρώτη φορά από τον Morris προκειμένου να την διαφοροποιήσει από την προσωπικότητα τύπου Α, η οποία εκδηλώνει ροπή προς την εμφάνιση καρδιοπάθειας (Αντωνίου, 2006)
Τα άτομα τύπου C χαρακτηρίζονται ως ευχάριστα, ήρεμα, συγκαταβατικά, φιλικά και παθητικά. Αποφεύγουν τις συγκρούσεις, προσπαθούν να συμμορφώνουν και να εναρμονίζουν τη συμπεριφορά τους με το περιβάλλον καθώς επιθυμούν να είναι κοινωνικώς αποδεκτά και αγαπητά. Χαρακτηρίζονται επίσης ως ανασφαλή άτομα και τείνουν να εστιάζονται περισσότερο στους άλλους παρά στον εαυτό τους και συχνά εμφανίζουν μια τάση αυτοθυσίας. Η δυσκολία έκφρασης των συναισθημάτων και ιδίως των αρνητικών όπως ο θυμός, η ένταση ή το άγχος φαίνεται να είναι προεξέχον χαρακτηριστικό γνώρισμα της προσωπικότητας τύπου C (Temoshok, 1985, 1987) και ίσως ο πλέον επιβαρυντικός παράγοντας στην εκδήλωση και έκβαση της ασθένειας

Προσωπικότητα, γεγονότα ζωής και καρκίνος

Οι αλλαγές στη ζωή, αρνητικές ή και θετικές, συνιστούν σημαντικό παράγοντα στην εμφάνιση ασθενειών που σχετίζονται με το στρες. Όσο πιο σημαντική ή μεγάλη είναι η αλλαγή που βιώνει κανείς τόσο πιο σοβαρή είναι η ασθένεια που εμφανίζει. Τα γεγονότα ζωής επιδρούν όχι μόνο στην εμφάνιση αλλά και στην επιδείνωση της νόσου (Cooper, Cooper & Eaker, 2002).

Ανάμεσα στα γεγονότα ζωής, η απώλεια σημαντικής συναισθηματικής σχέσης ή η φυσική απώλεια αγαπημένου προσώπου συνιστούν κοινό τόπο για τη ζωή πολλών καρκινοπαθών. Συγκεκριμένα, σε μια ανασκόπηση της σχετικής βιβλιογραφίας σημειώνει πως η απώλεια σημαντικής σχέσης, η αδυναμία έκφρασης συναισθημάτων, η σεξουαλική δυσλειτουργία, οι ανεπίλυτες συγκρούσεις με έναν γονιό ή/και η βίωση συναισθηματικής έντασης εξαιτίας της απώλειας ενός γονιού αναφέρονται ως κοινά χαρακτηριστικά ανάμεσα στους καρκινοπαθείς (Le Shan, 1999). Άλλα στρεσσογόνα περιστατικά, που ενοχοποιούνται ως παράγοντες κινδύνου τόσο στην εμφάνιση όσο και στην εξέλιξη της νόσου, περιλαμβάνουν το διαζύγιο ή τη συζυγική διάσταση, την απώλεια εργασίας  (στο Αντωνίου, 2006).
Οι έρευνες που κινήθηκαν στην κατεύθυνση της συσχέτισης του καρκίνου με εκείνα τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας που στοιχειoθετούν την προσωπικότητα τύπου C, έχουν καταδείξει θετική συσχέτιση. Για παράδειγμα, η έρευνα της Temoshok και συνεργατών (1985) σε ασθενείς με κακοήθες μελάνωμα επιβεβαίωνει την τυπολογία της C προσωπικότητας, καθώς τα άτομα περιγράφονται ως συνεργάσιμα, υπομονετικά, ανασφαλή, με παθολογική τάση να είναι αρεστά και με  τάση καταστολής του θυμού τους.
Ο έλεγχος των συναισθημάτων και κυρίως των εχθρικών είναι ένα βασικό γνώρισμα της προσωπικότητας τύπου C. Όπως παρατηρεί ο Gross (1989, οπ.αν. στο Αντωνίου, 2006) σε μια επισκόπηση 18 διακεκριμένων μελετών, η καταστολή των συναισθημάτων παρουσιάζεται ως παράγοντας κινδύνου στην καρκινογένεση ή και στην πρόγνωση της νόσου. Σε  μια μελέτη σε 2.100 γυναίκες βρέθηκε πως οι γυναίκες που τείνουν να κρατούν θαμμένα τα συναισθήματά τους, ιδίως σε περιόδους έντονου στρες, διατρέχουν πολύ μεγαλύτερο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού απ’ ό,τι οι γυναίκες που είναι σε θέση να εκφράσουν τα συναισθήματά τους, να ζητήσουν βοήθεια και να αντιμετωπίσουν τη στρεσσογόνο κατάσταση (Cooper και συν. 2002).
Η χρόνια καταπίεση της έκφρασης συναισθημάτων και αναγκών μπορεί να οδηγήσει το άτομο στην ανάπτυξη του συναισθήματος της απελπισίας, ιδίως όταν βιώνονται έντονες στρεσσογόνες καταστάσεις, όπως αυτή της διάγνωσης της νόσου του καρκίνου (Temoshok, 1987). Τα άτομα που έχουν συνηθίσει στη μη έκφραση των αρνητικών συναισθημάτων είναι πιθανόν και μετά τη διάγνωση της νόσου να υιοθετήσουν μη εποικοδομητικές στρατηγικές αντιμετώπισης εξακολουθώντας να περιορίζουν την έκφραση όλου του εύρους των συναισθημάτων τους. Είναι λοιπόν σημαντικό να ενισχυθούν οι ασθενείς στη συναισθηματική έκφραση, καθώς αυτή έχει άμεσες επιπτώσεις στη σωματική και ψυχική τους υγεία (Rime΄, 1999).

Συμπερασματικά... 
Συγκεκριμένα γεγονότα ζωής και ορισμένα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας φαίνεται να αποτελούν ενδείξεις που προμηνύουν την εμφάνιση καρκίνου, όπως έχει υποστηριχθεί από διάφορους θεωρητικούς του χώρου. Η καταπίεση συναισθημάτων και η ανικανότητα έκφρασης θυμού και επιθετικότητας είναι τα κύρια χαρακτηριστικά της προσωπικότητας με προδιάθεση για καρκίνο (προσωπικότητα τύπου C).
Η έκφραση των συναισθημάτων και η εκφόρτισή τους έχει σημαντικές επιπτώσεις στην ευεξία των ατόμων και όταν αυτά υφίστανται χρόνια καταπίεση, μπορεί, μη βρίσκοντας άλλη δίοδο, να εκφράζονται μέσα από το σώμα. Η ασθένεια σε ορισμένες περιπτώσεις ίσως να είναι η έσχατη επώδυνη λύση μιας ενδοψυχικής σύγκρουσης, κομμάτι της οποίας είναι ο πόνος, η λύπη και η διαδικασία του πένθους που μπορεί να διατηρηθούν για χρόνια.
Κάτω από αυτό το πρίσμα άτομα με δυσκολίες στην έκφραση θυμού, που είναι συγκαταβατικά και μάλλον παθητικά σε συνθήκες βίωσης έντονου στρες κινδυνεύουν να εκδηλώσουν κάποια ασθένεια και πιθανότα καρκίνο. Ωστόσο αν και η ύπαρξη αυτής της C τυπολογίας φαίνεται να έχει επιβεβαιωθεί από μελέτες σε αρκετούς καρκινοπαθείς, περαιτέρω διερεύνηση θα ήταν σκόπιμη ώστε να κατανοηθεί καλύτερα ο μηχανισμός που συνδέει την προσωπικότητα με τον καρκίνο. 

  
                                                                         Σταυρούλα Δουλάμη, Ψυχολόγος

 Βιβλιογραφικές παραπομπές 
  • Αντωνίου, Α.Σ. (2006). Εργασιακό Στρες. Τόμος Α΄. Αθήνα: Παρισιάνος.
  • Cooper, C., Cooper, R., & Eaker, L. (2002). Ζώντας με στρες (μτφρ.επιμ. Αντωνίου Σ). Αθήνα: Παρισιάνος.
  • Le Shan, L. (1999). Μπορείς να αγωνιστείς για τη ζωή σου (εκ.4η). Αθήνα: Θυμάρι.
  • Rime΄, B. (1999).Expressing emotion, physical health and emotional relief. Ad. Mind Body Medicine, 15, 175-179
  • Temoshok, L., Heller, B., Sagebiel, R.W., Blois, M.S., Sweet, D.M., DiClemente R.J., et al.(1985). The relationship of psychosocial factors to prognostic indicators in cutaneous malignant melanoma. Journal of Psychosomatic Research, 29, 139-153
  • Temoshok, L. (1987). Personality, coping style, emotion and cancer: towards an integrative model. Cancer. Surv, 6(3), 545-67. Διαθέσιμο στον δικτυακό τόπο http://www.ncbi.nlm.nih.gov/entrez/query.fcgi




Όταν το σώμα νοσεί: η περίπτωση του καρκίνου

Καρκίνος: ορισμός και επιδημιολογικά χαρακτηριστικά

Ο καρκίνος δεν είναι απλά μια ασθένεια αλλά ένα σύνολο ασθενειών με διάφορες προελεύσεις, παθολογίες, προγνώσεις και θεραπευτικές αγωγές. Ο καρκίνος είναι η ανεξέλεγκτη ανάπτυξη μη φυσιολογικών κυττάρων που προκαλούν νεοπλασίες-όγκους. Οι όγκοι που αναπτύσσονται μπορεί να είναι καλοήθεις, οι οποίοι δεν εξαπλώνονται στο σώμα ή κακοήθεις, που παρουσιάζουν μετάσταση (Ogden, 2000). Ένας καλοήθης όγκος μπορεί να συμπιέζει άλλα κύτταρα και να επηρεάζει τη λειτουργία των παρακείμενων δομών. Μπορεί ωστόσο να αφαιρεθεί με χειρουργική επέμβαση ενώ σπάνια προκαλεί βλάβη στον οργανισμό. Αντίθετα ένας κακοήθης όγκος εισβάλλει και καταστρέφει το σωματικό ιστό και εάν η δράση του είναι ανεξέλεγκτη μπορεί να προκαλέσει θάνατο (Rice, 1998).
Αν και υπάρχουν πολλά είδη καρκίνου τα περισσότερα από αυτά μπορούν να ταξινομηθούν σε μια από τις τέσσερις μορφές καρκίνου: στα καρκινώματα, στα σαρκώματα, στα λεμφώματα και στις λευχαιμίες.
Σύμφωνα με το Διεθνή Οργανισμό Υγείας (2001) οι πιο συχνές μορφές καρκίνου που  προσβάλλουν τους ενήλικες είναι ο καρκίνος του πνεύμονα, του στομάχου, του δέρματος, και του ορθού και παχέος εντέρου. Ο καρκίνος του στήθους και του τραχήλου της μήτρας είναι οι πιο κοινές μορφές καρκίνου ανάμεσα στις γυναίκες, ενώ οι άντρες προσβάλλονται περισσότερο από τον καρκίνο του προστάτη, του πνεύμονα και του στομάχου. Ο καρκίνος του εγκεφάλου και η λευχαιμία παρατηρείται πιο συχνά στα παιδιά και τους νέους.
Κατά το 2000[1] καταγράφηκαν 7.000.000 θάνατοι (12%) λόγω καρκίνου σε όλο τον κόσμο και κάθε χρόνο σημειώνονται γύρω στα 11.000.000 νέα περιστατικά καρκίνου. Η κατανομή των νέων περιστατικών καρκίνου είναι ουσιαστικά ίδια για τους άνδρες και τις γυναίκες αλλά οι άνδρες παρουσιάζουν ελαφρώς πιο αυξημένη θνησιμότητα από ό,τι οι γυναίκες (Rice, 1998). Εκτιμάται ότι έως το 2010 οι θάνατοι λόγω καρκίνου θα αυξηθούν κατά 30% στις αναπτυγμένες χώρες και κατά 71% στις υπό ανάπτυξη χώρες (Pisani και συν., 1999).


Παράγοντες κινδύνου

Υπάρχουν αρκετές απόψεις για το ποια είναι τα αίτια του καρκίνου αλλά καμία  θεωρητική προσέγγιση δεν μπορεί να εξηγήσει όλες τις μορφές καρκίνου.
Σύμφωνα με μια πρώτη εξήγηση ο καρκίνος εμφανίζεται λόγω κάποιας μετάλλαξης, ως αποτέλεσμα έκθεσης σε ραδιενέργεια στο γενετικό κώδικα των κυττάρων. Μία άλλη άποψη για την προέλευση του καρκίνου υποστηρίζει πως υπάρχει ένα ογκογονίδιο μέσα στο κύτταρο που ρυθμίζει το πότε και πόσο γρήγορα θα παραχθούν νέα κύτταρα. Η διεργασία του ογκογονιδίου είναι, υπό κανονικές συνθήκες, ελεγχόμενη ωστόσο εάν αυτό μεταβληθεί, μέσω της έκθεσής του σε καρκινογόνους παράγοντες, γίνεται ανεξέλεγκτη. Αν και στις σύγχρονες βιομηχανικά χώρες παράγονται πολλοί καρκινογόνοι παράγοντες, δεν είναι πάντα βέβαιο ότι η έκθεση σε αυτούς τους παράγοντες θα οδηγήσει στην εμφάνιση καρκίνου. Κατά μια άλλη άποψη ο καρκίνος οφείλεται στην εξασθένηση του ανοσοποιητικού συστήματος. Σε συνθήκες χρόνιου στρες το σύστημα του πρόσθιου λοβού της υπόφυσης των επινεφριδίων απελευθερώνει κορτικοστεροειδή, τα οποία μειώνουν τα επίπεδα των λεφοκυττάρων όπως π.χ. των κυττάρων Τ που θεωρούνται υπερασπιστές του οργανισμού ενάντια στον καρκίνο (Rice, 1998).
Εκτός από την προσπάθεια να ανιχνευθούν οι  εσωτερικές διεργασίες που οδηγούν στην εμφάνιση καρκίνου, οι ερευνητές έχουν καταδείξει ορισμένους παράγοντες κινδύνου που οδηγούν στην εμφάνιση της νόσου. Τέτοιοι παράγοντες κινδύνου είναι[2]:
§   Καπνός
§   Αλκοόλ
§   Διατροφή
§   Έκθεση στον ήλιο
§   Ακτινοβολία
§  Έκθεση σε χημικά και άλλες καρκινογενείς ουσίες στο χώρο εργασίας (εντομοκτόνα, σκόνη, κάδμιο, ουράνιο, κ.ά.)
Ανάμεσα στους παράγοντες κινδύνου προεξέχουσα θέση κατέχει το κάπνισμα μιας και έχει ενοχοποιηθεί για την πρόκληση πολλών μορφών καρκίνου όπως του στομάχου, του πνεύμονα, του οισοφάγου, του λάρυγγα κά. Οι διατροφικές συνήθειες και η παχυσαρκία συνιστούν επίσης σημαντικούς παράγοντες κινδύνου όπως και η απουσία φυσικής άσκησης. Η χρήση αλκοόλ έχει αναφερθεί ως παράγοντας κινδύνου για ορισμένους τύπους καρκίνου όπως ο καρκίνος του μαστού, του συκωτιού, του φάρυγγα κ.ά.
Οι διάφοροι παράγοντες που αναφέρθηκαν δεικνύουν πως η θέσπιση ενός αιτιολογικού μοντέλου που να βασίζεται στην ύπαρξη ενός μόνο παράγοντα για την ερμηνεία του καρκίνου είναι σπάνια ή και αδύνατη. Όπως αναφέρει η Rice (1998) “υπάρχει σημαντικός λόγος να πιστεύουμε πως τα περιβαλλοντικά ερεθίσματα και οι συμπεριφοριστικές διεργασίες παίζουν σημαντικό ρόλο στην εμφάνιση του καρκίνου”. Επίσης, “υπάρχουν αρκετά στοιχεία που δείχνουν ότι οι πεποιθήσεις σχετικά με τον καρκίνο και οι συναισθηματικές αντιδράσεις στην παρουσία του μπορούν να επηρεάσουν την πορεία και τη θεραπεία της ασθένειας” (σ.532).


Ψυχοκοινωνικοί παράγοντες και καρκίνος

Το γεγονός ότι μέχρι σήμερα είναι γνωστοί πάνω από 250 τύποι καρκίνων (Rice, 1998) καθιστά αδύνατο να ενοχοποιηθεί μια σειρά παραγόντων για όλες τις μορφές καρκίνου μιας και σε κάθε μορφή αποδίδονται και διαφορετικοί παράγοντες κινδύνου. Για παράδειγμα ο καρκίνος του μαστού μπορεί σε ένα ποσοστό, μόνο 41%, να αποδοθεί στους πρόσφατα αναγνωρισμένους ως παράγοντες κινδύνου, όπως η ηλικία, η εμμηνόπαυση πριν την ηλικία των 50, η απόκτηση πρώτου παιδιού μετά τα 30 κ.ά. (Madigan et al 1995, όπ.αναφ. στο Smedslund και Ringdal, 2004).
Καθώς η γνώση για την αιτιολογία του καρκίνου ποικίλει ανάλογα με τον τύπο της νόσου και οι γνωστοί ως παράγοντες κινδύνου αδυνατούν να αιτιολογήσουν τη νόσο σε ένα απόλυτα ικανοποιητικό ποσοστό, το ενδιαφέρον της σύγχρονης έρευνας συνεχίζει να κινείται στη μελέτη της επίδρασης του ρόλου των ψυχοκοινωνικών παραγόντων, όπως το στρες, η προσωπικότητα, οι στρατηγικές αντιμετώπισης, η κοινωνική στήριξη κ.ά. στην εκδήλωση σωματικής ασθένειας. Η έκθεση σε δυσμενείς ψυχοκοινωνικούς παράγοντες μπορεί είτε να επιφέρει απευθείας αλλαγές στο νευροενδοκρινολογικό σύστημα, γεγονός που καθιστά τον οργανισμό ευάλωτο στην ασθένεια είτε να εκφραστεί μέσω της συμπεριφορικής οδού.
Ο Fox (1998) αναφέρει 59 ψυχοκοινωνικούς παράγοντες που σχετίζονται με την εμφάνιση και την πρόγνωση του καρκίνου. Οι ψυχολογικοί παράγοντες που φαίνεται να σχετίζονται πιο συχνά με τον καρκίνο είναι το συναίσθημα της αβοηθησίας-απελπισίας, η κατάθλιψη και η καταπίεση των συναισθημάτων. Οι Everson και συνεργάτες (1996) σε μια έρευνα σε 2.500 άνδρες διαπίστωσαν πως οι άνδρες με υψηλό συναίσθημα της απελπισίας (hopelessness) είχαν περισσότερες πιθανότητες να πεθάνουν από καρκίνο ή καρδιακή προσβολή. Το ψυχολογικό στρες και η απουσία κοινωνικής υποστήριξης φαίνεται να συνδέονται αρνητικά με την έκβαση της νόσου του καρκίνου (Lehto και συν., 2005).
Ο Spiegel (1989) σε μια μελέτη γυναικών με μεταστατικό καρκίνο του μαστού διαπίστωσε πως οι γυναίκες που συμμετείχαν σε ομάδες στήριξης και έκφρασης ζούσαν κατά 18 μήνες περισσότερο σε σύγκριση με τις γυναίκες της ομάδας ελέγχου. Η συμμετοχή σε ομάδες στήριξης αποτελεί ένα βασικό θεραπευτικό εργαλείο για τα άτομα των οποίων η ζωή απειλείται από την ασθένεια του καρκίνου, καθώς αυτά ενθαρρύνονται να εκφράσουν, μέσα σ’ ένα προστατευτικό πλαίσιο, τα συναισθήματα, τις ανησυχίες και τις σκέψεις τους για την ασθένειά τους και τις επιπτώσεις που αυτή έχει στη ζωή τους. Γυναίκες που συμμετέχουν σε ομάδες στήριξης και έκφρασης αναφέρουν βελτίωση των ψυχολογικών συμπτωμάτων και μείωση του πόνου, όπως προκύπτει από την έρευνα των Goodwin και συνεργατών (2001) σε γυναίκες με μεταστατικό καρκίνο του μαστού. Σύμφωνα με τους Smedslund και Ringdal (2004), η ατομική θεραπεία σε σχέση με την ομαδική έχει συγκριτικά καλύτερα αποτελέσματα στους καρκινοπαθείς.
Η επίδραση της κοινωνικής στήριξης και ορισμένων γνωρισμάτων της προσωπικότητας, όπως αυτό της εστίας ελέγχου, έχει προσελκύσει το ενδιαφέρον αρκετών ερευνητών. Η εστία ή η έδρα ελέγχου, ως χαρακτηριστικό της προσωπικότητας, αναφέρεται στο βαθμό που τα άτομα αισθάνονται ότι έχουν τον έλεγχο μιας κατάστασης και καθορίζει τον τρόπο με τον οποίο τα άτομα θα αντιδράσουν περισσότερο ή λιγότερο δυσμενώς σε μια στρεσσογόνο κατάσταση. Το άτομο με εξωτερική εστία ελέγχου έχει την πεποίθηση πως ασκεί μικρή μόνο επίδραση στις καταστάσεις και ότι τα αποτελέσματα στο μεγαλύτερο βαθμό καθορίζονται από εξωτερικούς παράγοντες, όπως η τύχη ή η μοίρα. Τα άτομα με εσωτερική έδρα ελέγχου αισθάνονται πως έχουν τον έλεγχο των καταστάσεων και είναι περισσότερο σίγουρα πως μπορούν να επηρεάσουν μια αλλαγή στο περιβάλλον τους (Cooper και συν, 2002).
Οι Lalos & Eiserman (1999) μελέτησαν τη σχέση ανάμεσα στην εστία ελέγχου και την κοινωνική υποστήριξη σε γυναίκες με ενδομήτριο καρκίνο και καρκίνο του τραχήλου της μήτρας και βρήκαν πως οι γυναίκες με εξωτερική εστία ελέγχου αντιδρούσαν θετικά στην παρεχόμενη κοινωνική στήριξη. Ωστόσο παρά την στήριξη που δέχονταν, δεν μπορούσαν να χειριστούν ικανοποιητικά τα συμπτώματα της κατάθλιψης. Σύμφωνα με τους ερευνητές η ύπαρξη συντρόφου είναι μια από τις πιο σημαντικές πηγές υποστήριξης για τους καρκινοπαθείς στην προσπάθειά τους να αντιμετωπίσουν την ασθένεια και την θεραπεία της (Lalos & Eiserman, 1999).
Από την έρευνα των De Brabander και συνεργατών (2000) σε γυναίκες με πρόσφατη διάγνωση καρκίνου του μαστού, βρέθηκε πως οι γυναίκες με ενδιάμεση εστία ελέγχου ελάμβαναν περισσότερη ικανοποίηση από την οικογενειακή στήριξη, εμφάνιζαν χαμηλότερα επίπεδα αρνητικού στρες και κατ’ επέκταση λιγότερα σωματικά και ψυχολογικά συμπτώματα, γεγονός που σχετίζεται με την καλύτερη πρόγνωση της νόσου.
Η εξωτερική εστία ελέγχου και η χαμηλή κοινωνική στήριξη είναι δυο παράγοντες που συνεισφέρουν στην εμφάνιση καταθλιπτικών συμπτωμάτων, στη δυσπροσαρμογή και στη βίωση συναισθημάτων απελπισίας (στο De Brabander και συν., 2000). Αντίθετα, τα άτομα με εσωτερική εστία ελέγχου είναι προσανατολισμένα στη λύση του προβλήματος, όταν αντιμετωπίζουν μια στρεσσογόνο κατάσταση και έχουν λιγότερες πιθανότητες να αναπτύξουν ασθένεια ή να βιώσουν κατάθλιψη (Benassi και συν., 1988).
Τα αποτελέσματα ωστόσο των ερευνών δεν αποδίδουν πάντα θετική συσχέτιση ανάμεσα στην προσωπικότητα και στους παράγοντες επικινδυνότητας για την ανάπτυξη και εξέλιξη του καρκίνου. Σύμφωνα με τα ευρήματα δυο μελετών που διεξήχθησαν στη Δανία και Ιαπωνία δεν προκύπτει καμία θετική συσχέτιση ανάμεσα στα χαρακτηριστικά προσωπικότητας, όπως αυτά ταξινομούνται με βάση το μοντέλο των πέντε παραγόντων του Eysenck (εξωστρέφεια, συστολή, νευρωτισμός, ψυχωτικά χαρακτηριστικά, ψεύδος) και στον κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου (Shapiro και συν., 2001. Nakaya και συν., 2003).
συνεχίζεται....

[1] :http://www.who.int/healthinfo/bodestimates/en/index.html

[2] http://www.who.int/mediacentre/factsheets/fs297/en/index.html


Βιβλιογραφικές παραπομπές

q       Benassi, V., Sweeney, P., Dufour, C. (1988). Is there a Relation between Locus of Control and Depression? Journal of Abnormal Psychology,97, 357-367
q       Cooper, C., Cooper, R., & Eaker, L. (1988/2002). Ζώντας με στρες (μτφρ.επιμ. Αντωνίου Σ). Αθήνα: Παρισιάνος.
q       De Brabander, B., Boone, C., Declerck, C., Geretis, P. (2002).Locus of Control, Marital Status and predictors of Early Relapse in Primary Breast Cancer Patients. Psychology and Health, 17, 63-76
q       Everson, S.A,. et al. (1996). Hopelessness and Risk of Mortality and Incidence of Myocardial Infraction and Cancer. Psychosom Med; 58:113
q       Fox, B.H. (1998). Psychosocial factors in cancer incidence and prognosis.           In: J.Holland (editor) Textbook of psycho-oncology, p110-124. New York: Oxford University Press.
q       Goodwin, P., Leszcz, M., Ennis, M., et al (2001). The Effect of Group Psychosocial Support on Survival in Metastatic Breast Cancer. The New England Journal of Medicine 345, 1719-1726.
q       Kojima, M., Wakai, K., Tokudome, S., et al (2005) Perceived psychological stress and colorectal cancer mortality: Findings from the Japan collaborative cohort study. Psychosomatic Medicine, 67, 72-77.
q       Lalos A., Eiserman, M. (1999). Social interaction and support related to mood and locus of control in cervical and endometrial cancer patients and their spouses. Supportive Care in Cancer, 7, 75-78
q       Lehto, U.S, Ojanen, M. & Kellokumpu-Lehtinen, M.(2005). Predictors of quality of life in newly diagnosed melanoma and breast cancer patients. Annals of Oncology, 16(5), 805-816.
q       Nakaya , N., Tsubono, Y., Hosokawa, Y., Nishino,  Y. et al (2003). Personality and the Risk of Cancer. Journal of the National Cancer Institute, 95, 799-805
q       Ogden, J. (2000). Η ψυχολογία της υγείας. Αθήνα : Παρισιάνου
q       Pisani, P., Parkin, D.M, Bray, F. & Ferlay, J. (1999).Estimate of the worldwide mortality from 25 cancers in 1990. International Journal of cancer, 83(1), 18-29
q       Rice, P. (2005). Η ψυχολογία της υγείας (μτφρ.επιμ. Αντωνίου, Σ). Αθήνα: Έλλην.
q       Schernhammer, E., S., Hankinson, S.E., Rosner B., Willett W.C, et al (2004). Job stress and breast cancer risk: the Nurses' Health Study. American Journal of Epidemiology, 160, 1079–86.
q       Shapiro, I., Ross- Petersen, L., Saelan, H., Garde, K., Oslen, J., Johansen C. (2001). Extroversion and neuroticism and the associated risk of cancer: A Danish cohort study. American Journal of Epidemiology, 153, 757-763
q       Smedslund, G., Ringdal, G., I. (2004). Meta-analysis of psychosocial interventions on survival time in cancer patients. Journal of Psychosomatics Research, 57, 123-131.
q       Spiegel, D., Bloom, J.R, Kraemer, H.C., Gottheil, E. (1989). Effect of psychosocial treatment on survival of patients with metastatic breast cancer. Lancet, 2, 888-91
q       World Health Organization. World Health Report 2001. Mental Health: New Understanding, New Hope. Geneva: WHO, 2001 Διαθέσιμο στο δικτυακό τόπο http://www.who.int/en/